Όλα τα άρθρα

Χαμηλή ΑυτοΕκτίμηση: Πως ορίζεται, ποιοι οι πιθανοί παράγοντες και πως μπορεί να εξομαλυνθεί και να τεθεί σε ισορροπία;

Η έννοια του εαυτού

Η αυτοεκτίμηση και η αυτοπεποίθηση συνδέονται άρρηκτα με τη γενική εικόνα και τη συνολική άποψη που έχω για τον εαυτό μου, το σύνολο δηλαδή των αντιλήψεων, πεποιθήσεων και συναισθημάτων που έχω για εμένα. Η έννοια του εαυτού δεν είναι κάτι στατικό, καθώς ταξιδεύοντας στον χώρο και τον χρόνο εξελίσσομαι, βιώνω νέες προκλήσεις και εμπειρίες, τις αφομοιώνω και αλλάζω. Ωστόσο, το σύνολο των απόψεων που διατηρώ για εμένα και ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου κάθε δεδομένη στιγμή επηρεάζει σημαντικά τη συμπεριφορά, τα συναισθήματα, τις αξίες, τους στόχους και τις φιλοδοξίες μου.

Τόσο η αυτοεκτίμηση όσο κι η αυτοεικόνα, αντανακλούν την ανάγκη του ανθρώπου να γνωρίσει τον εαυτό του (να αποκτήσει το “γνώθι σαυτόν”) αλλά και την τάση του να αυτοαξιολογηθεί ως κοινωνικό ον, ως μέλος δηλαδή ενός συνόλου. Η αυτοεκτίμηση ορίζεται ως μια αξιολόγηση που κάνει το άτομο για τον εαυτό του, η οποία εκφράζει μια στάση αποδοχής ή αποδοκιμασίας και δείχνει το βαθμό στον οποίο το άτομο πιστεύει ότι είναι ικανό, σημαντικό, επιτυχημένο και άξιο.

Ένα άτομο με υψηλή αυτοεκτίμηση είναι ένα άτομο με αυτοσεβασμό, ένα άτομο που θεωρεί τον εαυτό του αξιόλογο. Αντίστοιχα, ένα άτομο με αυτοπεποίθηση είναι ένα άτομο που έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του, αναγνωρίζει τα ταλέντα και τις δεξιότητές του, αποδέχεται τις αδυναμίες και τους περιορισμούς του, και χαρακτηρίζεται από μια θετική και αισιόδοξη στάση ως προς τη δυνατότητά του να διαχειρίζεται και να ορίζει τη ζωή του.

Η αντίληψη αυτή και η εικόνα του ατόμου για τον εαυτό του, σχηματίζεται διαχρονικά μέσα από τη σχέση του με το περιβάλλον και τους άλλους, και ιδιαίτερα με τους σημαντικούς άλλους.

Τι πλήττει την αυτοεκτίμηση

Παράγοντες που φαίνεται να συντελούν στην ανάπτυξη χαμηλής αυτοπεποίθησης είναι:

  • οι υπερβολικά υψηλές προσδοκίες ή αυστηροί κανόνες (που υιοθετούνται από γονείς, φίλους, σημαντικούς άλλους)
  • η έμφαση στην αρνητική μόνο πλευρά των πραγμάτων
  • η κριτική
  • η μειωμένη έμφαση στα θετικά στοιχεία του εαυτού και στο καθρέφτισμά τους στο άτομο
  • η παγίδα της σύγκρισης με τους άλλους
  • ο ασπρόμαυρος τρόπος σκέψης (“όλα ή τίποτα”)

Όλα αυτά συνήθως χαρακτηρίζουν ένα τοξικό περιβάλλον, το οποίο οδηγεί τον άνθρωπο να αναζητά το σημείο αναφοράς για την ύπαρξη και τη δράση του κάπου έξω απ’ τον ίδιο: στους άλλους, στο “τι θα πουν” και “πώς θα τον αξιολογήσουν“.

Μεγάλη σημασία φαίνεται να παίζει η ποιότητα της σχέσης με τις πρωταρχικές πηγές στήριξης που βίωσε το άτομο (γονείς ή φροντιστές) και συγκεκριμένα η ικανότητα του φροντιστή να ανταποκριθεί συναισθηματικά και να αντιδράσει επαρκώς στις ανάγκες του βρέφους/παιδιού. Άτομα που βίωσαν συναισθηματική στέρηση, έντονη ματαίωση και κριτική, έλλειψη αποδοχής και συναισθηματικής στήριξης τείνουν να εσωτερικεύουν την απόκριση που έλαβαν από τους γύρω τους. Καταλήγουν λοιπόν να την κάνουν κομμάτι τους και να την κουβαλάν ως έναν αυστηρό εσωτερικό κριτή.

Η χαμηλή αυτοεκτίμηση συχνά συνδέεται με την κατάθλιψη, το άγχος ή/και κάποια μετατραυματική διαταραχή, και συνοδεύεται από αισθήματα ντροπής και αυτοαπόρριψης.

Θεραπευτική αντιμετώπιση

Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε και διαχειριζόμαστε τον εαυτό μας είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει μέσα στο κατάλληλο υποστηρικτικό πλαίσιο. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει αποτελεσματικά τον άνθρωπο να αντιμετωπίσει τη χαμηλή αυτοεκτίμηση, να καλλιεργήσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και να αναγνωρίσει την αξία και τη μοναδικότητά του. Η θεραπεία μπορεί να μας οδηγήσει σ’ εκείνο το “κλειδωμένο δωμάτιο” του σπιτιού που κρύβεται ο θησαυρός μας: η προσωπική μας δύναμη.

Μέσω της θεραπευτικής σχέσης, χτίζουμε ένα γόνιμο περιβάλλον στο οποίο ο θεραπευόμενος νιώθει ασφάλεια να μοιραστεί την ιστορία του και να εκφράσει τις πιο δύσκολες πλευρές του. Τον υποστηρίζουμε να παρατηρήσει την εσωτερική του διαμάχη, να αναγνωρίσει τον “εσωτερικό κριτή“, να τον αφουγκραστεί, και σταδιακά να ανοίξει το δρόμο για την ύπαρξη ενός “εσωτερικού υποστηρικτή“.

Κατά την θεραπευτική διαδικασία, καλλιεργούμε τη συμπόνια για τον εαυτό καθώς και το θάρρος να μην είμαστε τέλειοι. Μαθαίνουμε σιγά σιγά να διατηρούμε μια στάση κατανόησης, υπομονής και αποδοχής ακόμα και για τις ανεπάρκειες ή τις αποτυχίες μας. Αναγνωρίζουμε ότι οι δυσκολίες και τα λάθη είναι μέρος της ζωής και μας συνδέουν με τους άλλους, αντί να μας απομακρύνουν (πχ. όταν συγκρινόμαστε μαζί τους και όταν νιώθουμε ανώτεροι ή κατώτεροι).

Μέσω της ψυχοθεραπείας, αναπτύσσουμε τόλμη, αυτοσεβασμό, και αυτογνωσία: γνωριζόμαστε με τον εαυτό μας “όπως είναι”, απαλλαγμένο από γνωστικές διαστρεβλώσεις και ιδέες για το πώς “θα έπρεπε να ήταν”. Ανακαλύπτουμε το θησαυρό μας και χτίζουμε τις βάσεις για υγιή αυτοπεποίθηση και καλύτερη ποιότητα ζωής.

ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΟΥ: Beisser, A. (1970) The Paradoxical Theory of Change. In: Fagan, J. and Shepherd, I.L., Eds., Gestalt Therapy Now, Harper & Row, New York, 77-80.